1
verschmutzt
λερωμένος (θηλ: λερωμένη, ουδ: λερωμένο)
2
dreckig
βρόμικος (θηλ: βρόμικη, ουδ: βρόμικο)
3
sauber
καθαρός (θηλ: καθαρή, ουδ: καθαρό)
4
zerrissen
σκισμένος (θηλ: σκισμένη, ουδ: σκισμένο)
5
zerbrochen
σπασμένο (θηλ: σπασμένη, ουδ: σπασμένο )
6
zerstört
κατεστραμμένος (θηλ: κατεστραμμένη, ουδ: κατεστραμμένο)
7
viereckig
τετράγωνος (θηλ: τετράγωνη, ουδ: τετράγωνο)
8
dreieckig
τρίγωνος (θηλ: τρίγωνη, ουδ: τρίγωνο)
9
quadratisch
τετραγωνκός (θηλ: τετραγωνκή, ουδ: τετραγωνκό)
10
nackt
γυμνός (θηλ: γυμνή, ουδ: γυμνό)
11
riesig
τεράστιος (θηλ: τεράστια, ουδ: τεράστιο)
12
gigantisch
γιγαντιαίος (θηλ: γιγαντιαία, ουδ: γιγαντιαίο)
13
winzig
μικροσκοπικός (θηλ: μικροσκοπική, ουδ: μικροσκοπικό)
14
durchsichtig
διαφανής (θηλ: διαφανής, ουδ: διαφανές)
15
undurchsichtig
αδιαφανής (θηλ: αδιαφανής, ουδ: αδιαφανές)
16
gestrickt
πλεκτός (θηλ: πλεκτή, ουδ: πλεκτό)
17
genäht
ραμμένος (θηλ: ραμμένη, ουδ: ραμμένο)
18
gehäkelt
πλεκτός (με βελονάκι) (θηλ: πλεκτή, ουδ: πλεκτό)
19
geflickt
μπαλωμένος (θηλ: μπαλωμένη, ουδ: μπαλωμένο)
20
repariert
επισκευαμένος (θηλ: επισκευαμένη, ουδ: επισκευαμένο)
21
neu
καινούργιος (θηλ: καινούργια, ουδ: καινούργιο)
22
nagelneu
ολοκαίνουργιος (θηλ: ολοκαίνουργια, ουδ: ολοκαίνουργιο)
23
wie neu
σαν καινούργιος (θηλ: σαν καινούργια, ουδ: σαν καινούργιο)
24
alt
μεγάλος (θηλ: μεγάλη, ουδ: μεγάλο)
25
uralt
παμπάλαιος (θηλ: παμπάλαια, ουδ: παμπάλαιο)
26
fleckig
λεκιασμένος (θηλ: λεκιασμένη, ουδ: λεκιασμένο)
27
langweilig
βαρετός (θηλ: βαρετή, ουδ: βαρετό)
28
beschichtet
επικαλυμμένος (θηλ: επικαλυμμένη, ουδ: επικαλυμμένο)
29
strahlend
λαμπερός (θηλ: λαμπερή, ουδ: λαμπερό)
30
frisch
φρέσκος (θηλ: φρέσκια, ουδ: φρέσκο)